Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἁλίου ς

См. также в других словарях:

  • Ἁλίου — Ἅλιος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἁλίου — ἁ̱λίου , ἅλιος 1 of the sea masc/neut gen sg ἁ̱λίου , ἅλιος 1 of the sea masc/fem/neut gen sg ἅλιος 2 fruitless masc/neut gen sg ἁ̱λίου , ἥλιος sun masc gen sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σέλας — αος, το, ΝΜΑ, γεν. και ατος, πληθ. σέλα, άων, Α (ιδίως για φως ουράνιων σωμάτων) έντονη λάμψη, ακτινοβολία, φεγγοβολιά («φαιδρὸν ἁλίου σέλας», Αισχύλ.) νεοελλ. (μετεωρ. αστρον. γεωφ.) 1. οπτικό ατμοσφαιρικό φαινόμενο, ορατό κυρίως στις βόρειες ή… …   Dictionary of Greek

  • ἐνυαλίου — ἐνῡαλίου , Ἐνυάλιος the Warlike masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»